Για την υπόθεση ΠΑΟΚ – Ξάνθη μίλησε ο γνωστός νομικός Γρηγόρης Ιωαννίδης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Metropolis 95,5 και την εκπομπή «Action Zone».
Συγκεκριμένα, μίλησε αναλυτικά για τα όσα έχουν έρθει στην επιφάνεια για τον πρωταθλητή Ελλάδας και την ΕΕΑ, ενώ παράλληλα τόνισε ότι αν δεν υπάρχει αγορά μετοχών δεν μπορεί να αποδειχθεί η συνιδιοκτησία.
Αρχικά αναφέρθηκε στον ΠΑΟΚ:
«Η υπόθεση του ΠΑΟΚ περιλαμβάνει ιδιαίτερες πτυχές καθώς δε βασίζεται τόσο σε νομικές αποφάσεις, όσο σε πολιτικές. Υπάρχει έντονη πολιτική χροιά και η επιστήμη του αθλητικού δικαίου λαμβάνει δευτερεύοντα ρόλο. Είναι σημαντικό να αποδειχθεί αν υπάρχει ως πραγματικό γεγονός συνιδιοκτησία. Αυτό αποδεικνύεται μόνο με στοιχεία. Αν υπάρχουν και αν αποδεικνύουν ότι υπάρχει συνιδιοκτησία. Αν το πιστοποιούν, πρέπει να υπάρχει εφαρμογή των κανόνων. Πρέπει ταυτόχρονα με την απόφαση να δίνεται και το σκεπτικό για να μπορέσει να μελετήσει η κάθε πλευρά αν υπάρχει νομική βάση. Πρέπει να τονίσουμε πως τόσο η κατηγορούσα αρχή, όσο και ο καταγγέλλων, ο Ολυμπιακός δηλαδή, έχουν το βάρος της απόδειξης, όχι ο ΠΑΟΚ. Πρέπει να αποδείξουν ότι υπάρχει συνιδιοκτησία, με βάση τα στοιχεία. Το πόρισμα της ΕΕΑ θα πρέπει να τα συμπεριλαμβάνει όλα αυτά, δεν μπορείς να βγάζεις δημόσια την εισήγηση, χωρίς να δείχνεις ποια είναι τα στοιχεία».
Για το αν θα αποτελούσε στοιχείο η αγορά ενός προπονητικού κέντρου από συγγενικό πρόσωπο:
«Δεν πιστεύω ότι είναι ενοχοποιητικό στοιχείο και αυτό βασίζεται στην ανάλυση των κανόνων δικαίου και τις αποφάσεις των FIFA και UEFA και του CAS. Το να έχει π.χ. συγγενής του προέδρου του ΠΑΟΚ αγοράσει ένα γήπεδο δεν είναι στοιχείο που πιστοποιεί συνιδιοκτησία. Θα πρέπει να έχουν αγοραστεί μετοχές, ένα 50% για τις χώρες της ΕΕ και 30% για τη Βρετανία. Θα πρέπει να σχετίζεται ο πρόεδρος ή άλλο μέλος του δ.σ. του ΠΑΟΚ, να έχει μετοχές της Ξάνθης. Αν δεν υπάρχει αυτό, βλέπω πολύ δύσκολο να πιστοποιηθεί η κατηγορία».
Για την τροπολογία της κυβέρνησης:
«Είναι πολύπλοκο το ζήτημα. Η νομοθετική πράξη που ακυρώνει μια εισήγηση έχει και πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Το πρώτο που περιλαμβάνει είναι μια εξάλειψη αυτής της διάκρισης των εξουσιών, που σημαίνει ότι η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία επεμβαίνουν και ακυρώνουν αποφάσεις επιτροπών. Με αυτή την απόφαση ουσιαστικά δημιουργεί μια κατάσταση που η επιτροπή θα είναι ένα διακοσμητικό όργανο. Μια τέτοια ανάμειξη μπορεί να θεωρηθεί και παρέμβαση στο αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου και αυτός ίσως είναι και ο λόγος που η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τη FIFA και την UEFA να μην επέμβουν. Φαντάζομαι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα εδώ για την κυβέρνηση είναι η αποφυγή προέκτασης της έντασης, δε θέλει η χώρα να χωριστεί στα δύο. Είναι δύσκολη η απόφαση της κυβέρνησης, ίσως θέλει να προλάβει τα χειρότερα».
Για τις αποφάσεις στην Ελλάδα:
«Κάποιες φορές τα δίκαια αδικούνται και τα άδικα δικαιώνονται στην Ελλάδα. Θα πρέπει να μπει τέλος σε αυτή την κατάσταση. Όταν ο πρωθυπουργός λέει ότι μπορεί και να σταματήσει το ποδόσφαιρο, προφανώς εννοεί ότι πρέπει να καθαριστεί το ποδόσφαιρο. Γιατί να μην καθαρίσει όπως έγινε και στη Μ. Βρετανία; Δεν είναι μόνο πώς παίζεται το ποδόσφαιρο μέσα στο γήπεδο, αλλά να υπάρξει κάθαρση στα κέντρα αποφάσεων, να είναι πραγματικά ανεξάρτητες οι αρχές να απαρτίζονται από άτομα που δεν ανήκουν σε κομματικό χώρο και να αποφασίζουν σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία χωρίς να δέχονται παρεμβολές».
Τέλος, αναφέρθηκε και στο Brexit:
«Ξυπνήσαμε λίγο παράξενα σήμερα… Θα υπάρξουν συνέπειες, ειδικά αν μέχρι τις 31/12/2020 δεν έχει υπάρξει συμφωνία σε ζητήματα εμπορικά μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ. Αν φύγουμε χωρίς συμφωνία δεν θα μπορούμε να κάνουμε χρήση κάποιων πλεονεκτημάτων, σε θέματα μεταγραφών για παράδειγμα. Θα χάσουν οι ομάδες της Βρετανίας να αποκτούν ποδοσφαιριστές κάτω των 18».