Ενώνουν τις δυνάμεις τους οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ορεστιάδας με τους συναδέλφους τους στο τμήμα Δίωξης Ανθρωποκτονιών και στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια Θεσσαλονίκης, προκειμένου να ρίξουν άπλετο φως στην υπόθεση της στυγερής δολοφονίας των τριών γυναικών που βρέθηκαν την Τετάρτη νεκρές στην περιοχή του Πραγγίου.
Την εντολή να μετάσχουν στην προανάκριση στελέχη της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την «Καθημερινή», έδωσε ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Αριστείδης Ανδρικόπουλος κατόπιν συνεννόησης με τον επιθεωρητή Βορείου Ελλάδος, Ανδρέα Αποστολόπουλο, και αποτελεί σαφή ένδειξη της σοβαρότητας της υπόθεσης. Στο σημείο όπου βρέθηκαν νεκρές οι τρεις γυναίκες βρέθηκαν την Πέμπτη ειδικά κλιμάκια των εγκληματολογικών εργαστηρίων που χτενίζουν σπιθαμή προς σπιθαμή τη σκηνή του εγκλήματος αναζητώντας στοιχεία που θα βοηθήσουν στην εξιχνίασή του. Στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Εργαστηρίων Βορείου Ελλάδος μεταφέρθηκε ένα κινητό τηλέφωνο που βρέθηκε στην κατοχή της μιας από τις τρεις γυναίκες και από την εξερεύνησή του θεωρείται βέβαιο ότι θα προκύψουν πληροφορίες για την ταυτότητα και την προέλευσή τους. Επίσης, ερευνάται ενδελεχών και το μαχαίρι στρατιωτικού τύπου που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος.
Η τριπλή δολοφονία αποκαλύφθηκε απογευματινές ώρες της Τετάρτης, όταν αγρότης της περιοχής εντόπισε δολοφονημένη στο αγρόκτημά του τη μία από τις τρεις γυναίκες. Υπολογίζεται ότι ήταν περίπου 30 ετών, έφερε τουλάχιστον πέντε τραύματα από μαχαίρι στον λαιμό και το σώμα, ενώ τα χέρια της ήταν δεμένα με σχοινί. Περίπου 40 μέτρα μακρύτερα εντοπίστηκαν οι άλλες δύο νεκρές γυναίκες, ηλικίας περίπου 25 και 20 ετών. Είχαν δολοφονηθεί με πανομοιότυπο τρόπο, καθώς έφεραν βαθύ τραύμα από μαχαίρι στον λαιμό.
Εκτιμάται ότι η μεγαλύτερη σε ηλικία γυναίκα αποπειράθηκε να ξεφύγει από τους δολοφόνους της και γι’ αυτό βρέθηκε μερικές δεκάδες μέτρα μακρύτερα από τις άλλες δύο. Στη σκηνή του εγκλήματος βρέθηκαν δύο μαχαίρια, στοιχείο που οδηγεί τους ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. στο συμπέρασμα ότι οι δολοφόνοι ήταν περισσότεροι του ενός. Εικάζεται ότι πρόκειται για αλλοδαπές προερχόμενες πιθανόν από τη Συρία, ενώ ο ιατροδικαστής που έκανε αυτοψία στο σημείο του φόνου προσδιόρισε ότι ο θάνατός τους είχε επέλθει τρεις έως πέντε ημέρες προτού βρεθούν.
Ως προς τα κίνητρα του φόνου έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο ληστείας, καθώς στην κατοχή των τριών άτυχων γυναικών βρέθηκαν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Επίσης, φέρεται να αποκλείστηκε το ενδεχόμενο να κακοποιήθηκαν σεξουαλικά. Ενα σενάριο που εξετάζει η ΕΛ.ΑΣ. είναι να έπεσαν θύματα διακινητών, οι οποίοι αφού τις βοήθησαν να διασχίσουν τον ποταμό Εβρο στη συνέχεια και με αφορμή κάποια οικονομικής φύσης προστριβή τις δολοφόνησαν για παραδειγματισμό. Λόγω της αγριότητας του φόνου, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να συνδέεται με θρησκευτικές, φυλετικές ή άλλες διαφορές.