της Ουρανίας Πανταζίδου
Τρία χρόνια μετά την απελευθέρωση της Θράκης ο Γενικός Διοικητής Θράκης Σπύρος Δάσιος είχε την έμπνευση να διοργανώσει τους Α’ Πανθρακικούς Αγώνες στην Κομοτηνή το 1923.
Στους αγώνες που διεξήχθησαν από 12 έως 15 Ιουλίου 1923 υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον και από συλλόγους τόσο από τη Μακεδονία όσο και από Αθήνα, Πειραιά, Βόλο, ακόμη και από την Κωνσταντινούπολη.
Η μεγάλη συμμετοχή και το ενδιαφέρον που υπήρξε οδήγησε στο να καθιερωθούν οι Πανθρακικοί αγώνες ως θεσμός και να επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο και σε διαφορετική πόλη της Θράκης. Έτσι βλέπουμε ότι το 1924 οι αγώνες διεξήχθησαν στην Ξάνθη. Κι ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι επόμενοι αγώνες το 1925 θα διεξάγονταν στην Αλεξανδρούπολη, αυτό δεν κατέστη δυνατόν καθώς η πρωτεύουσα του Νομού Έβρου δεν είχε στάδιο. Έτσι η πόλη της Κομοτηνής ανέλαβε και πάλι τη διοργάνωση.
Η Αλεξανδρούπολη ήδη από το 1924 ικέτευε ν΄ αποκτήσει ένα γυμναστήριο για το αθλητικό σωματείο ΕΡΜΗΣ. Μάλιστα οι μαθητές του Γυμνασίου είχαν οργανώσει εκδήλωση με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για την απόκτηση ενός γυμναστηρίου. Οι αθλητές γυμνάζονταν έως τότε σε πρόχειρες εγκαταστάσεις στους αγρούς.
Δυστυχώς οι πολιτικές διαμάχες που επικρατούσαν την περίοδο εκείνη θ΄ απομακρύνουν τον φίλαθλο Διοικητή Θράκης, Σπύρο Δάσιο, που είχε ως όνειρο να δημιουργήσει από ένα γυμναστήριο σε κάθε πόλη. Και οι διάδοχοί του δεν ενδιαφέρθηκαν για τον αθλητισμό. Τα πάντα έμειναν στα χέρια των φιλάθλων.
Το 1925 επί δημαρχίας Κωνσταντίνου Αλτιναλμάζη θα ξεκινήσουν οι εργασίες για την κατασκευή του Δημοτικού Γυμναστηρίου Αλεξανδρούπολης. Οι εργασίες όμως ελλείψει χρημάτων καθυστερούσαν το έργο. Έτσι και οι επόμενοι αγώνες θα διεξαχθούν εκτός Αλεξανδρούπολης, όπως στη Ξάνθη το 1926, στη Δράμα το 1927 και ξανά στη Ξάνθη το 1929. Ο ΕΡΜΗΣ την περίοδο αυτή έχει αθλητές που ξεχωρίζουν όπως οι Γαβριηλίδης, Εφραιμίδης, Νικολαΐδης, Καραγιαννόπουλος, Μολλάς, Ζαβγαλής (ή Σαβγαλής), Πολυμένης κ.α.
Επιστολή του γυμναστή Π. Κωνσταντινίδη για το γυμναστήριο της Αλεξανδρούπολης
Μια επιστολή που είχε στείλει ο καθηγητής γυμναστικής του Γυμνασίου και Διδασκαλείου Αλεξανδρούπολης Π. Κωνσταντινίδης στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ στις 22 Δεκεμβρίου 1927, ίσως να εξηγεί τους λόγους για τους οποίους είχε εκείνη την άθλια εικόνα το δημοτικό γυμναστήριο, την κατάσταση του οποίου περιγράφει παρακάτω ο δημοσιογράφος Νικόλαος Καβουνίδης.
Όπως γράφει ο γυμναστής βρισκόταν στην Αθήνα όταν έμαθε ότι στην Αλεξανδρούπολη χτιζόταν ένα από τα καλύτερα κι ομορφότερα γυμναστήρια στην Ελλάδα. Ετσι δέχθηκε το διορισμό του ως γυμναστής στην πόλη. Όμως στη συνέχεια θα πληροφορηθεί ότι το γυμναστήριο δε θα γίνει γιατί η έκταση ήταν των Γαλλικών Σιδηροδρόμων. Τελειώνοντας ο Π. Κωνσταντινίδης γράφει ότι το γυμναστήριο πρέπει να γίνει, γιατί η Αλεξανδρούπολη διαθέτει άφθονο και άριστο γυμναστικό υλικό, όμως υστερεί στον αθλητισμό.
Άθλια κατάσταση στο εγκαταλελειμμένο γήπεδο
Την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το γυμναστήριο της Αλεξανδρούπολης μας περιγράφει με γλαφυρό τρόπο ο συνεργάτης της εφημερίδας “ΑΘΛΗΤΙΚΗ” Νικόλαος Καβουνίδης, ο οποίος το Μάρτιο του 1929 επισκέφτηκε την πόλη.
«19 Μαρτίου 1929… Στις 8 φθάνω στην Αλεξανδρούπολη που με τους κανονικούς και ηλεκτροφωτισμένους δρόμους της προξενεί μια ευχάριστη εντύπωση που δεν περιμένει κανείς από τη μακρινή αυτή επαρχία. Την άλλη μέρα πρωί-πρωί ξεκίνησα για το στίβο. Ένας ήλιος γελαστός και ολοκάθαρος που με τις ασθενικές του ακτίνες προσπαθεί να ζεστάνει τη γη που αχνίζει και μυρίζει ευχάριστα.
Το γήπεδο δεν είναι μακρυά. Στην άκρη της πόλεως κοντά στη θάλασσα. Από μακρυά φαντάζει όμορφο, κουκλίστικο. Η τοποθεσία είναι θαυμασία, σπάνια, μαγευτική. Αυτός ο χώρος μπορούσε να γίνει ένα μελλοντικό στάδιο, με τα πιο τέλεια “κονφόρ”, ελαφρή, γρήγορη πίστα, με ρύθμιση μοντέρνα και ζηλευτή.
Και η θάλασσα που στοργικά το μαγευτικό αυτό μέρος αγκαλιάζει με το γλυκό της φλοίσβο ζητάει επίμονα την ίδρυση ενός ναυτικού αθλητικού ομίλου, και μουρμουρίζει απελπιστικά την εγκατάλειψη του Δήμου, την κρατική παντελή αδιαφορία.
Λίγο πιο κάτω δεξιά, θεόρατες πέτρες αποσπασμένες από τον κόσμο τον χιλιόχρονο των αψύχων, ήρθαν και κάθισαν στην κοίτη του σκιερού χειμάρρου σαν κουρασμένοι στρατοκόποι και κοιμούνται με νανούρισμα του πολύβοου θορύβου της θάλασσας που αδιάκοπα κάτω από το στρώμα τους περνά.
Το νερό, άλλες φορές με γλυκά μουρμουρητά αγκαλιάζει απαλά το σώμα τους και το γεμίζει με υγρά μεθυστικά φιλιά και άλλοτε με άγριες ωρυγές τους δέρνει αλύπητα, ζητώντας να τους ξεριζώσει απ΄ τα σπίτια τους.
Ο στίβος έχει μια κυκλική περιφέρεια πάνω από 400 μέτρα αλλά σε μια τέτοια άθλια κατάσταση που είναι αδύνατο να βαδίσει ήσυχα κανείς – για προπόνηση ούτε λόγος – και ο παχύς καλοφτιαγμένος τοίχος περικλείει ζουλιάρικα το εγκαταλελειμμένο γήπεδο. Είδα μερικούς νεαρούς αθλητάς που προσπαθούσαν να κάμουν κάτι. Η επιμονή των ήτο μεγάλη η καρτερικότης αξιοθαύμαστος.
– Δεν έχουμε στίβο, προπονητή, μέσα, μου ‘λεγαν με παράπονο όλοι τους. Ρίξτε μια ματιά στο στίβο μας και κρίνατε μόνοι σας, διήτε ο ίδιος τη γενική αδιαφορία. Λαχταρούμε να κάνουμε κάτι αλλά του κάκου. Κανείς δεν υποστηρίζει τον κλασσικό αθλητισμό, κανείς δεν ενδιαφέρεται για μάς. Και κουρασμένοι απ’ αυτή την κατάσταση σπρωχνόμεθα στο ποδόσφαιρο ή όπως συμβαίνει συνήθως παραμελάμε ολότελα τον αθλητισμό και ριχνόμεθα στην παραλυσία. Η αθλητική κίνησις του γυμνασίου είναι τόσο περιορισμένη, τόσο τιποτένια, που δεν ξέρουμε αν πρέπει να σας μιλήσουμε γι΄ αυτήν. Το υπόστεγο που βλέπετε στο βάθος του στίβου χτίστηκε τυχαίως σε μια στιγμή ένθερμου ενθουσιασμού, που πολλά μας υπέσχετο αλλά που χάθηκε γρήγορα ανεπιστρεπτί κι έμεινε όπως όλα δω στην Ελλάδα – λόγια πολλά και ατελείωτες υποσχέσεις…
Έτσι μιλούσαν σε μένα, ξένο άνθρωπο, οι νεαροί αυτοί βλαστοί, που η αδιαφορία των ισχυρών τους σπρώχνει αθέλητα αλλά βέβαια στην παραλυσία, στο καφενείο, στο πιοτό».
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο alexpolisonline.com