Η σεζόν στο κολεγιακό πρωτάθλημα βόλεϊ ξεκίνησε και λίγο πριν το πρώτο σερβίς το volleyballmag.com ετοίμασε ένα μεγάλο αφιέρωμα στους Δημήτρη Μούχλια και Σπύρο Χάκα.
Οι δύο Έλληνες διεθνείς ήταν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές στην περσινή (δεύτερη συνεχόμενη) κατάκτηση του τίτλου από το Πανεπιστήμιο της Χαβάης κι όπως αναφέρει ο τίτλος του κειμένου «Είναι όλα… ελληνικά για την ανδρική ομάδα της Χαβάης καθώς Χάκας και Μούχλιας δείχνουν τον δρόμο».
Στο αφιέρωμα γίνεται αναφορά στις αλλαγές που προέκυψαν το καλοκαίρι του 2021 (εκείνη τη σεζόν ο Εβρίτης Μούχλιας με καταγωγή από το Σουφλί δεν αγωνίστηκε λόγω της επέμβασης που έκανε και ο Χάκας έπαιζε περισσότερο ως αλλαγή) με την αποχώρηση των βασικών παικτών και την «μεταμόρφωση» τους σε ηγέτες της ομάδας με τον προπονητή Τσάρλι Γουέιντ να τονίζει:
«Παρατήρησα κατά τη διάρκεια της (περσινής) σεζόν, ακόμα και σε αγώνες εκτός έδρας, αυτά τα παιδιά να δουλεύουν συνέχεια στην αίθουσα με τα βάρη, ακόμη και σε μέρες που είχαν ρεπό για να γίνουν πιο δυνατοί. Μου έστειλαν κάποιο βίντεο με την εθνική ομάδα ανδρών της Ελλάδας και παρατήρησα ότι και οι δύο χτυπάνε την μπάλα πιο δυνατά και ήταν καλύτεροι στο να σκοράρουν στις ψηλές μπάλες σε χαλασμένες υποδοχές. Κι αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που έχουν πραγματικά βελτιώσει στο παιχνίδι τους».
Στο κείμενο γίνεται αναφορά στους πατεράδες των δύο παιδιών και της σχέση τους με το βόλεϊ, στη κοινή τους πορεία στις εθνικές ομάδες, αλλά και στο πως βρέθηκαν στη Χαβάη και στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν.
«Κάναμε κάποια έρευνα με τον πατέρα μου και αποδείχθηκε ότι γνώριζε τον βοηθό προπονητή Μίλαν Ζάρκοβιτς από τα χρόνια που ήταν ο ίδιος αθλητής. Αρχικά σκεφτόμουν και τη λύση του Καναδά αλλά μια κουβέντα με τον κόουτς Γουέιντ ήταν αρκετή για να αποφασίσω να έρθω στη Χαβάη», είπε ο Μούχλιας και συνέχισε:
«Ήρθα εδώ όταν ήμουν 17 ετών. Δεν ήξερα κανέναν και πραγματικά δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου αγγλικά. Δηλαδή νόμιζα ότι μπορούσα (να μιλήσω αγγλικά), αλλά όταν ήρθα και είχα μια συζήτηση με τον συμπαίκτη μου Chaz (Galloway) που ήταν κι ο συγκάτοικός μου κατάλαβα ότι πρέπει να τα βελτιώσω πάρα πολύ».
Κάτι που κατάφερε μέσα από τη μελέτη, το διάβασμα των βιβλίων του και τις καθημερινές συζητήσεις με τους συμμαθητές και τους συμπαίκτες του, ενώ όσον αφορά το βόλεϊ κατά τη διάρκεια της πρώτης του σεζόν το 2020, εμφανίστηκε σε 13 από τους 16 αγώνες της Χαβάης πριν η σεζόν διακοπεί λόγω της πανδημίας.
Όλο αυτό το διάστημα, προέκυψε και ο τραυματισμός του (προσγειώθηκε πάνω σε έναν συμπαίκτη του) που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ένα απλό διάστρεμμα και παρόλο που έπαιξε με ενοχλήσεις όλη τη σεζόν, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα οι εξετάσεις έδειξαν πέντε κατάγματα και δύο ρήξεις συνδέσμων! Το χειρουργείο ήταν η μόνη λύση κι έτσι είδε την ομάδα του να φτάνει στον τίτλο ως θεατής.
«Το έβλεπα με τον πατέρα μου και μόλις κέρδισαν έλεγα στον εαυτό μου ‘θέλω κι εγώ έναν τίτλο’».
Παρηγοριά του το γεγονός ότι ο φίλος του Σπύρος Χάκας ήταν στην ομάδα και συμμετείχε σ’ αυτήν την επιτυχία με τον ίδιο να είναι ο άνθρωπός που τον έπεισε να έρθει στη Χαβάη.
«Ο Δημήτρης ήταν ήδη στην ομάδα και κατά κάποιο τρόπο αυτός ήταν που με έπεισε, μου είπε περισσότερες λεπτομέρειες για το πρόγραμμα. Στην Ελλάδα υπάρχει μία δύσκολη διαδικασία όσον αφορά τις σπουδές και απλά δεν ήταν αυτό που ήθελα να κάνω. Έτσι σκέφτηκα ότι αν μπορούσα να συνδυάσω τις σπουδές και να πάρω πτυχίο παίζοντας παράλληλα βόλεϊ σε καλό επίπεδο, θα ήταν το ιδανικό», εξήγησε ο Σπύρος που είχε λιγότερα προβλήματα προσαρμογής, αλλά κατάλαβε γρήγορα ότι έπρεπε να βελτιώσει το αγωνιστικό του επίπεδο.
Ενώ προσαρμόστηκε καλά στο νέο περιβάλλον, την κουλτούρα και τον ανταγωνισμό, δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί στις… ιδιαιτερότητες του αμερικανικού βόλεϊ.
«Δυσκολεύτηκα λίγο με τη νοοτροπία στις ΗΠΑ. Είναι κάπως διαφορετικός από την Ευρώπη ο τρόπος με τον οποίο επεξεργάζονται τα στατιστικά και την πρώτη χρονιά είχα πρόβλημα, αλλά κατάφερα να το εξαλείψω πέρυσι».
Πέρυσι, παίζοντας για πρώτη φορά μαζί με τους Warriors, ήταν η στιγμή που αναδείχθηκαν ως δίδυμο. Με τον Νορβηγό πασαδόρο Γιάκομπ Τέλε (σ.σ. τον αντιμετώπισε η εθνική στα προκριματικά του Ευρωβόλεϊ 20-23) να διευθύνει την ορχήστρα, ο Χάκας και ο Μούχλιας άνθισαν.
Ο κόουτς Γουέιντ τόνισε ότι η υποδοχή στην αρχή ήταν ένα θέμα για τον Χάκα, αλλά πλέον έχει όλο το πακέτο, ενώ και για τους δύο η επίθεση είναι το σήμα κατατεθέν τους.
«Είναι εκρηκτικοί, έχουν γρήγορο χέρι κι αυτό μας βοήθησε ως ομάδα να παίξουμε πιο γρήγορα πάνω στο φιλέ και σε συνδυασμό με τη βελτιωμένη ικανότητά τους να χτυπούν με επιτυχία στις ψηλές μπάλες, τους έκανε πιο επικίνδυνους για τις αντίπαλες άμυνες. Όλοι μπορούν να σκοράρουν όταν έχεις καλή υποδοχή και ειδικά όταν έχεις έναν τόσο καλό πασαδόρο όπως εμείς. Μπορεί να απομονώσει τους πάντες. Αλλά το να έχεις την ικανότητα να σκοράρεις μόνος σου, όταν όλοι ξέρουν πού θα πάει η μπάλα και η άμυνα σε περιμένει, αυτό είναι πραγματικά κάτι σαν το επόμενο επίπεδο», είπε χαρακτηριστικά ο προπονητής των δύο Ελλήνων.
Σπύρος και Δημήτρης συμφώνησαν ότι παίζοντας το φετινό καλοκαίρι με την Εθνική ομάδα τους βοήθησε πάρα πολύ ώστε να βελτιωθούν ακόμη περισσότερο.
«Ήταν μια σπουδαία εμπειρία για μένα», είπε ο Σπύρος και συνέχισε: «Ήταν αυτό που ήθελα τα τελευταία δύο ή τρία χρόνια, να καταφέρω να είμαι στην εθνική ομάδα ανδρών, στην εθνική ομάδα των μεγάλων. Το επίπεδο ήταν εξαιρετικό. Υπήρχαν αθλητές που ήταν πολύ μεγαλύτεροι από εμένα, πολύ πιο έμπειροι οι οποίοι με βοήθησαν με τις γνώσεις τους για να βελτιώσω διάφορες πτυχές του παιχνιδιού μου».
«Είμαι πραγματικά ταπεινός που εκπροσωπώ την εθνική μου ομάδα. Ήταν το όνειρό μου από τότε που ήμουν παιδί… Θέλω να αγωνιστώ με όλα αυτά τα παιδιά και θέλω να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα. Κάθε καλοκαίρι όταν επιστρέφω στην Ελλάδα και δουλεύω με την εθνική ομάδα, νιώθω ότι βελτιώνομαι πολύ περισσότερο γιατί παίζεις με άνδρες που μπορεί να είναι και 30 ετών. Είναι ένα διαφορετικό είδος βόλεϊ», τόνισε από την πλευρά του ο Δημήτρης.
Ωστόσο με το βασικό κορμό της πανεπιστημιακής ομάδας να είναι ίδιος, παραμένουν και οι υψηλοί στόχοι που έχουν και για τη φετινή σεζόν.
«Δεν θα πω ψέματα. Το θρι-πιτ είναι ο στόχος μας. Γνωριζόμαστε πολύ καλά μεταξύ μας και αυτό φαίνεται και στο γήπεδο. Για παράδειγμα, πέρυσι, τέτοια εποχή, μαθαίναμε ο ένας τον άλλον και προσπαθούσαμε να συνδεθούμε μεταξύ μας. Φέτος το φθινόπωρο ήταν πολύ διαφορετικά … οπότε νομίζω ότι αυτό μας δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα», είπε ο Χάκας για να συμπληρώσει ο Μούχλιας: «Το γεγονός ότι επιστρέψαμε με όλη την αρχική σύνθεση μας κάνει να νιώθουμε τόσο άνετα. Δεν θα έλεγα ότι οι προσδοκίες είναι υψηλότερες. Απλά θέλουμε να κερδίσουμε άλλο ένα πρωτάθλημα και το θέλουμε όσο το θέλαμε και πριν».
Κι ο επίλογος δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος από τα λόγια του προπονητή τους με τον κ. Γουέιντ να τονίζει: «Είναι πραγματικά δύο υπέροχοι νέοι και πολύ καλοί μαθητές. Είναι πολύ σοβαροί σ’ αυτό που κάνουν και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα έχουν λαμπρό μέλλον στο βόλεϊ».