Κι όμως πέρασαν 16 χρόνια. Από τότε που ο Θοδωρής Ζαγοράκης έπαιρνε το βαρύτιμο τρόπαιο από τα χέρια του τότε προέδρου της UEFA, Λέναρντ Γιόχανσον, και το σήκωνε με καμάρι και υπερηφάνεια στον ουρανό της Λισσαβώνας. Μια Εθνική με έντονο Θρακιώτικο χρώμα, με τους Εβρίτες Ντέμη και Βενετίδη και τον Ζήση Βρύζα που αναδείχθηκε ποδοσφαιρικά απο την Ξάνθη να αναδεικνύονται Πρωταθλητές Ευρώπης.
Δεκαέξι χρόνια ακριβώς από τότε που ο Ότο Ρεχάγκελ έμπαινε για πάντα στις καρδιές των Ελλήνων, συμβάλλοντας τα μέγιστα στο να συντελεστεί ένα από τα μεγαλύτερα “θαύματα”, μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις όχι μόνο στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, αλλά του αθλητισμού γενικότερα…
Ηταν μόλις η δεύτερη παρουσία της “γαλανόλευκης” σε τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και πρώτη μετά από 24 χρόνια, αγνοούσε φυσικά την πρώτη νίκη της σε τέτοιο επίπεδο (1 ισοπαλία-2 ήττες ο μέχρι τότε απολογισμός), ενώ ήταν η πρώτη εμφάνιση σε μεγάλη διοργάνωση μετά την επώδυνη εμπειρία του Μουντιάλ του 1994, με τον απολογισμό των 3 ηττών σε ισάριθμα ματς με Αργεντινή, Βουλγαρία και Νιγηρία, καθώς και των 0-10 τερμάτων.
Aυτό, λοιπόν, που κάνει το επίτευγμα εκείνης της ομάδας ακόμα μεγαλύτερο ήταν το γεγονός πως ουδείς περίμενε από αυτήν να φτάσει τόσο ψηλά, με τους περισσότερους να μοιάζουν ικανοποιημένοι από την πρόκριση στην τελική φάση (τερμάτισε πρώτη στα προκριματικά, υποχρεώνοντας τους πρωτάθλητες Ευρώπης του 2008 Ισπανούς να δώσουν αγώνες μπαράζ για να δώσουν το “παρών” στο 12ο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα), και τους πλέον αισιόδοξους να κάνουν λόγο για αξιοπρεπείς εμφανίσεις στον όμιλο.
Όσο για τους απαισιόδοξους (που ήταν και η συντριπτική πλειονότητα), αυτοί προδίκαζαν συντριβές της Εθνικής Ελλάδας, με δεδομένο πως Πορτογαλία, Ισπανία και Ρωσία φάνταζαν ως αρκετά δύσκολοι αντίπαλοι, ενώ και η εμπειρία ήταν στοιχείο που δεν βρισκόταν και σε… πλεόνασμα.
Και όμως, το διάστημα από την 12η Ιουνίου μέχρι την 4η Ιουλίου του 2004 ήταν η πλέον ονειρεμένη περίοδος για το ελληνικό ποδόσφαιρο σε εθνικό επίπεδο, με το συγκρότημα του Ότο Ρεχάγκελ να κάνει με το “καλημέρα” την πρώτη νίκη της σε τελική φάση Euro, να ολοκληρώνει την παρουσία της στον όμιλο με μόλις μία ήττα, και να αποκλείει ένα-ένα τα μεγαθήρια με την κλασική… συνταγή του 1-0 σε όλους τους νοκ-άουτ αγώνες.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ “8”
Η πορεία προς την κορυφή αλλά και προς την… αιωνιότητα ξεκίνησε στις 12 Ιουνίου, όταν εκατομμύρια ζευγάρια μάτια σε όλο τον κόσμο είδαν για πρώτη φορά μέχρι -εκείνη τη στιγμή- την οικοδέσποινα ενός Euro να χάνει μέσα στο σπίτι της.
“Θύμα” η Πορτογαλία του Λουίς Φελίπε Σκολάρι και “θύτης” η Ελλάδα του Ότο Ρεχάγκελ, με την Εθνική μας ομάδα να κάνει το… τέλειο παιχνίδι και να υποχρεώνει τους Ίβηρες να παραδεχτούν μετά το τέλος του ματς πως έχασαν δικαιότατα στην πρεμιέρα.
Ο Γιώργος Καραγκούνης άνοιξε το δρόμος προς τη νίκη, νικώντας με δεξί ευθύβολο σουτ έξω από την περιοχή τον Ρικάρντο, ενώ οι Έλληνες άρχισαν να πιστεύουν σιγά σιγά πως αυτή η ομάδα ήταν ικανή για πολλές “ζημιές” στη διοργάνωση όταν έγινε το 2-0, με την εύστοχη εκτέλεση πέναλτι του Μπασινά (σε πέναλτι που είχε κερδίσει ο Σεϊταρίδης από τον Κριστιάνο Ρονάλντο στην ολοκλήρωση μίας υποδειγματικής κόντρας).
Ο πιτσιρικάς τότε Κριστιάνο Ρονάλντο πέτυχε το γκολ της… παρηγοριάς στο δεύτερο λεπτό των καθυστερήσεων, με το τελευταίο σφύριγμα του Πιερλουίτζι Κολίνα να βρίσκει τον Θοδωρή Ζαγοράκη να αποφεύγει με ωραία ενέργεια δύο Πορτογάλους στο χώρο της μεσαίας γραμμής.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, οι (πρωταθλητές Ευρώπης του 2008) Ισπανοί μπήκαν… αγριεμένοι στο “Ντο Μπέσα” για να πάρουν εκδίκηση για την ήττα που είχαν γνωρίσει στα προκριματικά στη Σαραγόσα (νίκη 1-0 για την Ελλάδα με το γκολ του Στέλιου Γιαννακόπουλου), όμως παρά το γεγονός πως η άμυνα της εθνικής ομάδας “σφυροκοπήθηκε” σε μεγάλα διαστήματα του 90λεπτου, κατάφερε να αποχωρήσει με ψηλά το κεφάλι.
Ο Μοριέντες εκμεταλλεύθηκε διαδοχικά λάθη στην άμυνα και νίκησε από κοντά τον Αντώνη Νικοπολίδη για να κάνει το 1-0, ωστόσο το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ήταν αυτό που… γέλασε τελευταίο. Ο Τσιάρτας, που είχε περάσει ως αλλαγή, έβγαλε διαγώνια μπαλιά-διαβήτη 40 μέτρων για τον Χαριστέα, ο οποίος έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα του Κασίγιας, καθιστώντας πλέον την εθνική ως το μεγάλο φαβορί για την πρόκριση στην επόμενη φάση.
Στο τρίτο και τελευταίο ματς, παραλίγο να έχουμε πολλά… εμφράγματα, με την αδιάφορη βαθμολογικά Ρωσία να προηγείται με 2-0 από το πρώτο 20λεπτο (χάρη στα τέρματα των Κιριτσένκο και Μπουλίκιν), όμως ο Ζήσης Βρύζας έπαιξε το ρόλο του “λυτρωτή” με το γκολ στο 43′, καθώς το αποτέλεσμα αυτό σε συνδιασμό με τη νίκη της Πορτογαλίας με 1-0 επί της Ισπανίας την ίδια ώρα, έστελνε την Εθνική ομάδα στα προημιτελικά, απέναντι στην κάτοχο του τροπαίου, Γαλλία.
ΓΑΛΛΙΑ, ΤΣΕΧΙΑ, ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ ΚΑΙ ΚΟΥΠΑ
Η έδρα της Σπόρτινγκ Λισσαβώνας, “Ζοσέ Αλβαλάδε”, έμελλε να είναι το πρώτο γήπεδο της Πορτογαλίας στο οποίο η Εθνική Ελλάδας θα έγραφε ιστορία στα νοκ-άουτ παιχνίδια της στην τελική φάση της διοργάνωσης.
Τα “βαριά” ονόματα των Ζιντάν, Ανρί, Τρεζεγκέ, Βιεϊρά, Μπαρτέζ, Λιζαραζού (και όχι μόνο) δεν “τρόμαξαν” τους Έλληνες διεθνείς, οι οποίοι πέταξαν εκτός συνέχειας την κάτοχο του τίτλου από το 2000 χάρη σε ένα γκολ-ποίημα, που δύσκολα θα ξεχαστεί ποτέ από τους “τρικολόρ”…
Ο ΜVP της διοργάνωσης και ρέκορντμαν συμμετοχών με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, Θοδωρής Ζαγοράκης απέφυγε με εκπληκτική ντρίμπλα τον Λιζαραζού από τη δεξιά πλευρά, έβγαλε την κατάλληλη στιγμή υποδειγματική “ζυγισμένη” σέντρα για τον Χαριστέα, και ο τότε άσος της Βέρντερ Βρέμης “εκτέλεσε” με ασύλληπτη κεφαλιά τον Φαμπιάν Μπαρτέζ.
Το επόμενο ραντεβού με τη… δόξα είχε κλειστεί για την 1η Ιουλίου, με την ομάδα-οδοστρωτήρα μέχρι εκείνη τη στιγμή, Τσεχία, (προερχόταν από 4 νίκες σε ισάριθμα ματς), να προβάλλει ως ανυπέρβλητο εμπόδιο, αλλά τελικά το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα να καταφέρνει να την ρίξει στο καναβάτσο, εκμεταλλευόμενη τον κανόνα του “ξαφνικού θανάτου”.
Ο τραυματισμός του Νέντβεντ από το πρώτο μέρος και οι κραυγαλέες ευκαιρίες που έχασαν οι Κόλερ, Μπάρος στην επανάληψη “βοήθησαν” ώστε το ματς να “κολλήσει” στο 0-0 στο 90λεπτο και να πάει στην παράταση, όπου εκεί μίλησε το λαμπερό άστρο, που συνόδευε τον Ότο Ρεχάγκελ σε όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης.
Από εκτέλεση κόρνερ του Τσιάρτα και κεφαλιά μέσα από την μικρή περιοχή του Δέλλα στο τελευταίο λεπτό του πρώτου ημιχρόνου της παράτασης, η μπάλα καρφώθηκε στα δίχτυα του Τσεχ, με τους Έλληνες να παίρνουν την πρόκριση και τους Τσέχους να πέφτουν όλοι… ξεροί στον αγωνιστικό χώρο, μη μπορώντας να πιστέψουν αυτό που είχε συμβεί.
Ο τελικός ήταν επανάληψη του αγώνα της πρεμιέρας μεταξύ της Πορτογαλίας και της Ελλάδας (δεν είχε ξανασυμβεί κάτι τέτοιο στις 11 προηγούμενες διοργανώσεις), όμως δυστυχώς για τους Ίβηρες και ευτυχώς για εμάς το σενάριο ήταν το ίδιο με αυτό της 12ης Ιουνίου: νίκη της Ελλάδας, και αυτή τη φορά μάλιστα με έπαθλο το βαρύτιμο τρόπαιο.
Μετά από τις Ισπανία και Γαλλία, ο Άγγελος Χαριστέας “πλήγωσε” και τους Πορτογάλους, με το γκολ του στο 57′ να είναι αρκετό για να ανεβάσει την Ελλάδα στην κορυφή της Ευρώπης και να μπει στο πάνθεον της ιστορίας ως μία από τις εννέα μόνο χώρες που έχουν κατακτήσει Euro.
Η ενδεκάδα του Ότο Ρεχάγκελ στον τελικό με την Πορτογαλία: Νικοπολίδης – Σεϊταρίδης, Δέλλας, Μπασινάς, Ζαγοράκης, Γιαννακόπουλος (67′ Νικολαϊδης), Χαριστέας (74′ Λάκης), Φύσσας, Βρύζας, Καψής, Καραγκούνης (46′ Κατσουράνης).