Search

Π. Κουρδάκης: «Είχα καρκίνο και σκεφτόμουν την προπόνηση, ο Ζαγοράκης πλήρωσε όλα τα έξοδα»

Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα γεμάτο ιστορίες. Όχι μόνο από τα γεγονότα του αλλά και αυτό που «κρύβει» πίσω από τα μάτια του ο κάθε αθλητής. Βιώματα που τον έχουν διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό ως χαρακτήρα και μπορούν να δώσουν ελπίδα και μία διαφορετική ματιά σε αρκετά θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους στην καθημερινότητά τους.

Μία τέτοια μοιράστηκε με το Gazzetta ο Εβρίτης Παναγιώτης Κουρδάκης, στο πλαίσιο της καμπάνιας #giatonAlexandro, που έκανε η ιστοσελίδα, για να τιμήσει τη μνήμη του Αλέξανδρου Νικολαΐδη.

Ο Κουρδάκης που κατάγεται από το Διδυμότειχο, σε ηλικία 34 ετών ζει μόνιμα στο Λουξεμβούργο, απολαμβάνει το ποδόσφαιρο ως χόμπι και έχει να θυμάται όσα πέρασε στην Ελλάδα, εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων, με αποκορύφωμα τη μάχη με τον καρκίνο στην τρυφερή ηλικία των 18 ετών.

Τη στιγμή που ήταν έτοιμος να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ, βρέθηκε αντιμέτωπος με τον καρκίνο αλλά το «φάρμακο» του ποδοσφαίρου και της απέραντης αγάπης του για αυτό, τον έκανε να βγει νικητής από αυτή την κατάσταση. Έγινε επαγγελματίας, έπαιξε στην πρώτη κατηγορία με τον ΟΦΗ και εξιστορεί στο Gazzetta όσα έχει ζήσει μέχρι σήμερα, προσφέροντας απίθανες ιστορίες από την πορεία του.

Αρχικά πες μου για τα παιδικά σου χρόνια. Πώς ξεκίνησες το ποδόσφαιρο;

«Γεννήθηκα σε ένα χωριό κοντά στον Έβρο. Ο πατέρας μου έχει μία φάρμα με μοσχάρια κλπ. Για εμένα είναι ήρωας, να ξέρεις, γιατί είμαστε τέσσερα αδέρφια, εγώ και τρεις αδερφές και σκέψου πως μας έχει μεγαλώσει μόνος του, μέσα στα ζώα, στη φάρμα. Αυτός είναι ήρωας για εμένα και όχι εγώ με όσα έχω κάνει, γιατί το ακούω συχνά. Εκεί ξεκίνησα το ποδόσφαιρο, ήμουν με μία μπάλα πάνω μου πάντα. Ήταν ένα χωριό 300 κατοίκων και για ακαδημία πήγα στο Διδυμότειχο, που ήταν 10 χιλιόμετρα μακριά, και έκανα τα πρώτα μου βήματα.

Μέρα-νύχτα με μία μπάλα. Η ομάδα σκέψου πως έπαιζε Δ’ Εθνική τότε, δηλαδή σαν να είναι Γ’ Εθνική τώρα. Δηλαδή μία κατηγορία πριν τα επαγγελματικά πρωταθλήματα. Παρότι ήμουν πιτσιρικάς, ο προπονητής με έπαιρνε μαζί του συνέχεια και στα 13 με 14 με είχε στην αποστολή, χωρίς να παίζω βέβαια. Αλλά την επόμενη χρονιά, λόγω των προβλημάτων και των τραυματισμών στην ομάδα, έπαιξα αρκετά παιχνίδια. Παρότι δεν πήγαινε καλά η ομάδα, εγώ είχα συλλέξει εμπειρίες και με είδαν αρκετά “μάτια” για να πάω αλλού.»

Στον ΠΑΟΚ πώς πήγες;

«Στο τέλος της σεζόν, προσέγγισαν τον προπονητή μου κάποιοι άνθρωποι του ΠΑΟΚ και του είπαν πως έχουν δοκιμαστικά για τη νέα σεζόν στις ακαδημίες τους. Έτσι πήγε εκείνος στον πατέρα μου για να του το πει. Εγώ είχα τρελαθεί φυσικά, ήθελα πώς και πώς να πάω, αλλά το αστείο είναι πως εκείνο το σαββατοκύριακο έδινα για δίπλωμα στα αγγλικά. Σημαντική παρένθεση, πως γενικά δεν ήταν η… αδυναμία μου το σχολείο. Και πιάνω τον πατέρα μου, του λέω πως θέλω να πάω και το ακούει η μάνα μου. Άρχισε και μου έλεγε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να φύγω, γιατί έχω το δίπλωμα και αυτό συνεχίστηκε για κάποιες μέρες.

Έλεγα στον πατέρα μου πως θα το δώσω μετά και η μητέρα μου συνέχιζε πως δεν γίνεται να μην πας, έχουμε δώσει τόσα λεφτά (γέλια). Τελικά πήγα, δοκιμαστήκαμε περίπου 10-15 παιδάκια στο γήπεδο του Μακεδονικού και μέναμε εκεί. Τελείωσα και το λύκειο εκεί, και είχα φτάσει μέχρι την Κ20 του ΠΑΟΚ, δηλαδή ένα βήμα πριν την πρώτη ομάδα. Είχα αρκετούς συμπαίκτες που έπαιξαν σε μεγαλύτερο επίπεδο, όπως ο Κλάους Αθανασιάδης. Ήμασταν μία καλή φουρνιά, είχαμε πάρει το πρωτάθλημα και ήμασταν τυχεροί γιατί τότε οι μεγαλύτεροι είχαν φύγει και στο τέλος θα έκαναν επαγγελματίας επτά με οκτώ παίκτες από εμάς.»

Τι θυμάσαι από την κοινή σου πορεία με τον Αθανασιάδη;

«Εγώ προσωπικά είχα και έχω απίστευτη σχέση μαζί του. Μπορεί πλέον να μιλάμε μέσω τηλεφώνου, αλλά έχουμε πολύ καλή σχέση. Ποδοσφαιρικά δεν μπορώ να τον κρίνω φυσικά, υπάρχουν άλλοι για αυτό αλλά σαν χαρακτήρας καταλαβαίνεις, είχα δεθεί μαζί του. Γενικά δεν μιλάω για άλλους, γιατί δεν μπορεί κάποιος να καταλάβει τι πιστεύω εγώ για έναν συγκεκριμένο ποδοσφαιριστή γιατί δεν ξέρει τι έχω περάσει μαζί του. Όταν ο άλλος σε έχει βοηθήσει τόσο πολύ, έχεις μεγαλώσει μαζί του… Οπότε δεν γίνεται να τους κρίνω, γιατί απλά μου φαίνονται τέλειοι. Δεν έχω καλό κριτήριο εγώ.

Με τον Διαμαντόπουλο, ας πούμε, πήγαινα σπίτι του, καθόμασταν 4-5 μέρες, μας τάιζε η μητέρα του. Όταν έχεις περάσει τόσα με έναν άνθρωπο, δεν μπορείς να τον κρίνεις. Έχεις αναπτύξει άλλη σχέση. Ο καθένας έχει τα δικά του κριτήρια. Ακόμα και με τα «στραβά» του, δεν μπορείς να πεις κάτι. Εδώ με τη γυναίκα σου τσακώνεσαι αλλά δεν ζεις χωρίς εκείνη. Από τον Αθανασιάδη, θυμάμαι πως μαζί με τον Διαμαντόπουλο εκείνη τη σεζόν είχαν βάλει 50 γκολ μαζί νομίζω. 30 ο ένας και 20 ο άλλος, κάτι τέτοιο. Αλλά ήμασταν όλη σαν παρέα.

Εκείνη τη χρονιά, βέβαια, λίγο πριν το φινάλε, ήταν που διαγνώστηκα με καρκίνο…».

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Κουρδάκη εδώ.

 

Share it